ΙΧΝΗ ΖΩΗΣ 


ΤΑΞΙΔΙ

Η λυπημένη ταξιδιώτισσα
θα πάρει το λεωφορείο της γραμμής 
τυλιγμένη μ’ ένα μυθιστόρημα
για να μην κρυώνει.
Κι όπως ο δρόμος φεύγει
θ’ ανοίξει το παράθυρο
για να περάσει
η φαντασμαγορία των λέξεων.


Ο ΑΝΕΜΟΣΤΡΟΒΙΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Η αγάπη φεύγει με το νυχτερινό τρένο.
Σβήνει το τσιγάρο της στη μουσκεμένη αποβάθρα
κινεί ανεπαίσθητα το χέρι του αποχαιρετισμού
και βυθίζεται στο ταξίδι
Θα διανύσει χιλιόμετρα επιθυμίας
με το κεφάλι γεμάτο άνεμο
ακούγοντας ουράνιες μελωδίες 
από συγχορδίες συμπτώσεων.
Πάνω στα τηλεγραφόξυλα
δεν βλέπει πουλιά 
αλλά παράφορα γράμματα.
Ζει από την ένταση της σιωπής 
και τη μαγεία του βλέμματος.
Η αγάπη είναι δυνατή
γιατί θα μαραθεί και θ’ ανθίσει.
Ξεχνά κι ορκίζεται στην αιωνιότητα.
Θα επιστρέψει με τη μελωδία ενός ακορντεόν
ή τον πυρετό μιας διαδήλωσης, 
θα χαθεί γιατί παραδίδεται στον πρώτο τυχόντα
και τα τοπία της καρδιάς της
είναι ανεξερεύνητα.
Η αγάπη δεν κρατά τη θέση της
αλλά μπορεί να κρατήσει ένα αντίο για πάντα.
Θρυμματίζεται από την ίδια της την απερισκεψία
γιατί αυτό είναι η αγάπη-
μια παιδική κορδέλα
που πετά στο χρόνο. 


ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Όπως ξεκίνησες τη ζωή σου
έτσι θα τελειώσει·
ο καιρός έχει σβήσει την πιθανότητα 
να περπατήσεις στα κύματα.
Όμως στην κιβωτό που επιβιβάστηκες
με σπάνια είδη της ιστορίας
συνάντησες πρόσωπα
που διέσχισαν τη ζωή
με τις μυθικές προπέλες της ελευθερίας.
Φαροφύλακες στο μανιασμένο πέλαγος
σημαιοφόρους ιδεών 
την ωραία τυφεκιοφόρο του Ντελακρουά
να οδηγεί τον λαό στα οδοφράγματα.
Γυναίκες με παιδιά στην εξορία
τραυματιοφορείς ηττημένων ελπίδων 
οδοιπόρους στην ομίχλη των καιρών.
Αυτός είναι ο κόσμος που αγάπησες
και φεύγοντας θα τον ευγνωμονείς 
για το φως της ζωής σου.


ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΓΑΠΗΣ

Η ζωή μας γράφτηκε 
στο περιθώριο της συλλογικής μνήμης 
ανάμεσα στην έφοδο στον ουρανό
και την ήττα.
Η ιστορία είναι αμείλικτη
κι οι σύντροφοι που τράβηξαν στα άκρα
την ανθρώπινη αντοχή
υπήρξαν τρυφεροί όπως η πίστη τους 
στη μεταμόρφωση του κόσμου.
Οι σημαίες παραδόθηκαν
σε χέρια ανίδεων.
Ό,τι ακολούθησε δεν ήταν παρέκκλιση 
αλλά ένα απέραντο σφαγείο, 
άνισες μάχες στο έρεβος της φρίκης.
Το άδικο, φουσκωμένο ποτάμι 
αίματος και δακρύων.
Δεν έχει πέτρα μαλακή 
ν’ ακουμπήσουν οι ήρωες 
της ιστορίας μας.
Κοιμούνται στην καρδιά όσων γνωρίζουν
ότι η επανάσταση είναι μια πράξη αγάπης
για την πληγωμένη ανθρωπότητα
και η εξουσία
ο Κρόνος που τρώει τα παιδιά του.
Μη φανταστείς διαβάτη 
ότι επαιτούν αποκαταστάσεις 
ή καθυστερημένες τιμές που δεν εμπνέουν.
Οι πράξεις τους υψώνονται
πάνω από τη λήθη 
για να θυμίζουν 
το άγραφο χρέος της δικαιοσύνης.




Η  ΜΝΗΜΗ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ


ΟΔΟΙΠΟΡΙΑ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ

Η άνοιξη έρχεται 
πάνω σε βυθισμένα καράβια
άγνωστων νεκρών
ψυχές λεηλατημένες
πριν ακόμα σβήσουν στο σκοτάδι.
Η άνοιξη θέλει 
να βαδίσει στα κύματα
κρατώντας τα παιδιά στην αγκαλιά της
αλλά ο άνεμος τη σπρώχνει 
σε λιβάδια χέρσα
μαζί με καραβάνια ζωντανών
χωρίς πατρίδα.
Τέτοια άνοιξη σε θυμάμαι μητέρα 
τα σκοτωμένα αδέρφια σου στην καρδιά
και δυο μικρά στην ποδιά σου.
Αλλάζουν οι καιροί 
όμως η πίκρα από το βάθος του χρόνου
μένει παντοτινή καταχνιά
που υφαίνει ξανά και ξανά 
η οδύνη των άλλων
τόσο δικών μας 
όσο οι μνήμες του πολέμου.


ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΡΟΣΑΝΑ

Μια φωτογραφία σου
ξέφυγε από το δίχτυ του χρόνου
και διασχίζει τον κόσμο
αντίθετα στο μέλλον.
Τα χρυσά μαλλιά
το συλλογισμένο βλέμμα
στο διάφανο πρόσωπο.
Όνομα κι αυτό το δικό σου
Ροσάνα
λουσμένο στο θάμπος της Αναγέννησης 
φέγγει στην πλατεία του Μιλάνου
μέσα στο πλήθος
που υποδέχεται τους παρτιζάνους.
Κάποια μέρα, ίσως αύριο,
δεν θα ζεις πια.
Τότε ο εικοστός αιώνας
θα κατρακυλήσει στο έρεβος της Ιστορίας.
κι η μνήμη του κόσμου που αγαπήσαμε
θα χαθεί μαζί με το πρόσωπό σου.
ήδη το μέλλον είναι ξένο.
Κανείς δεν κατοικεί στις αμμουδιές
που ανθίζουν κάτω απ’ το παρισινό λιθόστρωτο.
Το θολό αποτύπωμα που αφήνουμε 
δεν είναι ούτε τραγικό ούτε ένδοξο
και ο χρόνος δεν θα μετρήσει 
τις σκόρπιες ιστορίες μας.
Ζεσταίνοντας τις λέξεις που σώθηκαν 
από τη γενική παράδοση
των ζωτικών ήχων 
νιώθουμε την αόρατη σκιά να πλησιάζει  
κι απορούμε πώς ξέφυγε η ζωή.
Η ομορφιά του κόσμου λιγοστεύει 
και το κορίτσι του εικοστού αιώνα
κλείνει πίσω του την αυλαία.


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ

Εκεί θα συναντηθούν 
στον επέκεινα κόσμο!
Οι ήρωες που δάμασαν την Ιστορία
αγάλματα θαλερά μέσα στον πάγο των στρατοπέδων.
Οι μαυροσκούφηδες.
Ο Άρης αναστημένος 
με την αδιόρατη μελαγχολία
στα μάτια.
Ο Χάρης 1944.
Οι έγκλειστοι των ωραίων νησιών.
Το κιβώτιο.
Τα είδα όλα
στο λιπόσαρκο σώμα μου.
Η Επανάσταση ένα Κενό! 


ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

Γενειοφόροι καπετάνιοι οι θείοι μου
στη σάλα του σπιτιού μας 
πριν τη συνεδρίαση του ΕΛΑΣ.
Τα παιδιά τρέχουν να πιάσουν τα όπλα.
Ο αδελφός μου κι ο μικρός πρωτοξάδερφος
ορφανός από μητέρα
εκείνη που χάρισε τ’ όνομά της.
Όμορφη σα λουλούδι 
τη σκότωσαν οι Γερμανοί.
Κι αργότερα στο χωριό 
όταν έκαιγαν τα σπίτια μας 
άρπαζαν οι γυναίκες τα παιδιά
κι έτρεχαν στο δάσος να γλυτώσουν.
Κανείς δεν μίλησε γι‘ αυτά.
Πώς χάθηκαν
από τις καθημερινές ομιλίες
όταν ο πόλεμος τελείωσε;
Ο άνεμος δεν κράτησε τίποτε
από τη λύπη του συντελεσμένου
Κι αυτή η σκάλα που τρίζει 
δεν θυμάται πια τα βήματα των πολεμιστών;
γεννήθηκα στη σιωπή 
των ερειπωμένων μεταχρόνων.
Οι εξόριστοι επέστρεψαν αργότερα
περιβεβλημένοι μια ανεξήγητη ιερότητα.
Από που; 
Σα να μην είχε διαβεί
το κακό από την πόλη.
Κουλουριασμένη στην πυκνή υγρασία της 
-μην ήταν δάκρυα- 
κλείδωσε τα μυστικά της 
και πέταξε το κλειδί στη θάλασσα.
Όταν το βρουν τα κύματα
και τ’ ακουμπήσουν στην άμμο
η ζωή θαχει φύγει  απ’ το βασίλειο της μνήμης
βαδίζοντας τον άγνωστο χρόνο.